Πρόκειται για συγγενείς καλοήθεις κύστεις που σχηματίζονται κατά την διάρκεια της ενδομήτριας ζωής και οφείλονται στον διαχωρισμό της αραχνοειδούς μήνιγγας του εγκεφάλου. Πραγματικά πρόκειται για ενδοαραχνοειδείς κύστεις.
Ιστολογικά διακρίνονται σε δύο τύπους:
- Απλές αραχνοειδείς κύστεις. Παρουσιάζουν τοίχωμα από κύτταρα που δείχνουν να είναι ικανά να παράγουν εγκεφαλονωτιαίο υγρό
- Κύστεις με περισσότερο πολύπλοκο τοίχωμα που μπορεί να περιέχει στοιχεία νευρογλοιακά, επενδυματικά ή άλλων κυτταρικών τύπων
Η συχνότητα τους είναι περίπου 5/1000 και εντοπίζονται οπουδήποτε υπάρχει αραχνοειδής μήνιγγα. Πιο συχνές είναι αυτές του μέσου κρανιακού βόθρου (49%) και της γεφυροπαρεγκεφαλιδικής γωνίας (11%), με τις υπόλοιπες περιοχές (του σκώληκα, μεσοημισφαιρικές, υπερεφιππιακές, του θόλου, του αποκλίματος κ.ά.) να ακολουθούν.
Διάγνωση
Διαγνωστικά χρησιμοποιούνται η αξονική και η μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου.
Συμπτώματα
Οι συντριπτική πλειοψηφία των αραχνοειδών κύστεων είναι ασυμπτωματικές και παριστούν τυχαία ευρήματα σε απεικονιστικό έλεγχο για άλλη αιτία. Στις συμπτωματικές, η κλινική εικόνα συνήθως εμφανίζεται νωρίς κατά την παιδική ηλικία. Τα συμπτώματα εξαρτώνται συνήθως από την ανατομική εντόπιση της κύστης και περιλαμβάνουν επιληπτικές κρίσεις, κεφαλαλγία, έμετο, σημεία ενδοκράνιας υπέρτασης, διαταραχές όρασης, αιφνίδια έκπτωση επιπέδου συνείδησης (λόγω ενδοκυστικής αιμορραγίας), διαταραχές της ανάπτυξης κ.ά.
Θεραπεία
Η θεραπεία των αραχνοειδών κύστεων όταν καθίστανται συμπτωματικές, περιλαμβάνει αποκλειστικά και μόνο το χειρουργείο.
Υπάρχουν διάφορες τεχνικές όπως κρανιοανάτρηση και αναρρόφηση του περιεχομένου, κρανιοτομία με αφαίρεση και θυριδοποίηση των μεμβρανών-τοιχώματος, ενδοσκοπική θυριδοποίηση και παροχέτευση με τοποθέτηση μόνιμου shunt.